Tuesday, September 12, 2006

Παλιά τεύχη

Μόλις άρχιζαν τα πρωτοβρόχια,ανηφόριζα στη Θεσσαλονίκη.Είτε ηθελημένα απατημένος από τον μύθο της,είτε νιώθοντας την ανάγκη να χαθώ στους φιλόξενους δρόμους της,να κρυφτώ πίσω από τις μεγάλες τζαμαρίες των μικρών καφέ,απολαμβάνοντας τη θέα των περαστικών.A crowded desert δίπλα στη σκοτεινή θάλασσα.
Και πάντα με τρένο.Το ταξίδι δεν αφορά αποκλειστικά στην ομορφιά των τοπίων που αφήνεις πίσω αλλά και στην απρόσμενη συναίσθηση της οικειότητας με άγνωστους συνταξιδιώτες,στο νήμα που υφαίνεται γύρω από τις ιστορίες τους για να κοπεί απότομα κατά την αποβίβαση στον προορισμό,αυτόν που είχες για λίγο ξεχάσει.
Η πόλη με δεχόταν πάντα στοργικά,διαλύοντας μέσα μου κάθε υπόνοια επείσακτου προσκυνητή.'Οταν δεν είχα διάθεση κατέβαινα στο Ναυαρίνο,όπου σε ένα υπόγειο παλαιοβιβλιοπωλείο αναζητούσα τη βραδινή συντροφιά μου για το μικρό διαμέρισμα της Δελφών.Κυρίως κόμικς και περιοδικά μουσικής τα οποία χρονολογούνταν,αν θυμάμαι καλά,από τα τέλη της δεκαετίας του εβδομήντα ως τις αρχές αυτής του ενενήντα.Σε αυτά διάβαζα τις επιστολές αναγνωστών οι οποίες αναλώνονταν στην πολεμική εναντίον όλων όσων δεν συναινούσαν στις μουσικές τους προτιμήσεις.Δεν ήταν τόσο η σφοδρότητα των ύβρεων αυτή που προκαλούσε αλγεινή εντύπωση,όσο η χρήση του λόγου ως βίαιο εργαλείο για την καθυπόταξη των άλλων.Ασφαλώς και οι άκομψες διατυπώσεις της αποδοκιμασίας για τις αλλότριες ιδέες έβριθαν υπερβολής,γεγονός που τις καθιστούσε ανυπόληπτες,ωστόσο τα ψήγματα μισαλλοδοξίας που διαφαίνονταν στα κακέμφατα σχόλια μού προκαλούσαν θλίψη.Την ακύρωση της ανεκτικότητας επικουρούσε ένα πλέγμα προκατάληψης,αδιανόητο για πολλούς,θεμιτό για περισσότερους.Σε τεύχη μεταγενεστέρων ετών διαπίστωσα πως τίποτα δεν είχε αλλάξει.
Η θλίψη έγινε μελαγχολία καθώς αναρωτήθηκα τι να απέγιναν αυτά τα παιδιά.Ασχολήθηκαν επαγγελματικά με τη μουσική και την κριτική αυτής ή όχι;Άραγε παντρεύτηκαν;Χώρισαν;Ερωτεύτηκαν;Πόνεσαν;Απώλεσαν το προνόμιο της αναντίρρητης βεβαιότητας;Μαλάκωσαν,έστω για λίγο;Το πιο πιθανό είναι πως όλα αυτά πέρασαν στη λήθη και πως η ίδια η ζωή τούς έκανε να αφήσουν κάτι στο δρόμο.
Κάτι από αυτό που υπήρξαν και ήταν.
Ποιος ξέρει;Ίσως στο μέλλον να βρεθεί κάποιος αναγνώστης,αφελής και μικρόνους,όπως εγώ και να αναρωτηθεί το ίδιο απλοϊκά για τον γράφοντα:
"Τον εγκατέλειψε επιτέλους η απαισιoδοξία;Οι μέρες του έγιναν φωτεινές και χαρούμενες;"
Εύχομαι η απάντηση που θα του δινόταν να ήταν αυτή:
"It isn't like the old days anymore,
no it isn't like those days
am I still ill?
am I still ill?"

3 Comments:

At 9/13/06, 12:34 AM , Blogger ci said...

A crack on the head
Is what you get for not asking
And a crack on the head
Is what you get for asking

(Και κυρίως τα καφέ της Σβώλου..)

 
At 9/14/06, 1:47 AM , Blogger still ill said...

Αν κάθε δρόμος έχει να σου πει κάτι η Σβώλου το έκανε για μένα στο "Verdi" και στο "Journal",σε γωνία και τα δύο.
Aλλά και στο "Μπλοκ" στην Αγγελάκη ή στο "Κύτταρο",στο "Θερμαϊκό" και στο παλιό "Ματζέστικ" στη Νίκης έβλεπα από τη Θεσσαλονίκη κάτι πέρα από αυτό που είχα γνωρίσει μέσα από τον Αναγνωστάκη και τον Ιωάννου.
Δεν ξέρω αν ακόμα λειτουργούν,μου έχει λείψει η ζεστασιά τους καθώς ορμούσαμε μέσα σε αυτά νιώθοντας τον παγωμένο αέρα στα πρόσωπα μας με το άρωμα από το χαρμάνι του καφέ να μας τυλίγει ενώ χαζεύαμε τη βροχή.
Πάλι ξέφυγα.

 
At 9/14/06, 9:06 AM , Blogger ci said...

Το Journal δεν παραλείπω να το επισκέπτομαι όποτε βρεθώ Θεσσαλονίκη, όπως και το Balkan στη Κορομηλά. Μού αρέσουν τα μέρη που ζωντανεύουν το Φθινόπωρο.

(Παρά τη λιακάδα έξω, είμαι κι εγώ έτοιμη να ξεφύγω προς τον Οκτώβρη..)

 

Post a Comment

Subscribe to Post Comments [Atom]

<< Home